;

Καμία μερίδα φαγητού πεταμένη στα σκουπίδια

Δευ 02 Απριλίου 2012
Της Πεννυς Mπουλουτζα | kathimerini.gr 05/02/2012 Ορθολογική διαχείριση στο θέμα της σίτισης των νοσηλευομένων από τις διοικήσεις των δημόσιων νοσοκομείων. «Κάθε μερίδα μετράει», είναι η πρακτική που υιοθετούν πλέον τα δημόσια νοσοκομεία, που στο πλαίσιο της ορθολογικής διαχείρισης πόρων προσπαθούν να βάλουν τάξη και στο θέμα της σίτισης των νοσηλευομένων προκειμένου να ελαχιστοποιηθούν οι μερίδες που μένουν καθημερινά αναξιοποίητες, και που ειδικά σήμερα, όπως λένε εμπλεκόμενοι στο ζήτημα, «είναι μεγάλη αμαρτία να καταλήγουν στα σκουπίδια». Είναι χαρακτηριστικό ότι σε μεγάλο νοσοκομείο της Αθήνας έως και πριν από δύο χρόνια «περίσσευαν» σε καθημερινή βάση 100-150 μερίδες φαγητού, πρόβλημα που αντιμετωπίστηκε με πιο ορθολογική παρασκευή ποσοτήτων φαγητού. Μάλιστα, σε πολλά νοσοκομεία επιλέγεται η λύση της «άτυπης διανομής» μερίδων σε εργαζομένους τους που αντιμετωπίζουν οικονομικά προβλήματα και οι οποίοι αδυνατούν να προμηθευτούν στοιχειώδη αγαθά. Στα μαγειρεία του Νοσοκομείου Ευαγγελισμός, για παράδειγμα, παρασκευάζονται πάνω από 1.000 ημερήσιες μερίδες ενώ το συνολικό κόστος αγοράς των τροφίμων για το νοσοκομείο ανήλθε το 2011 σε περίπου 1.500.000 ευρώ. Οπως αναφέρει στην «Κ» ο διοικητής του νοσοκομείου, Μιχ. Θεοδώρου, «στο παρελθόν υπήρχαν μερίδες που περίσσευαν. Τώρα έχουμε αξιοποιήσει την εμπειρία μας και παρασκευάζουμε αριθμό μερίδων αντίστοιχο με τις ανάγκες». Στο Σισμανόγλειο σιτίζονται καθημερινά περίπου 400 ασθενείς και εφημερεύοντες γιατροί, ενώ η ετήσια δαπάνη για την αγορά τροφίμων τόσο για το ίδιο το νοσοκομείο όσο και για το παράρτημά του (1ο Νοσοκομείο του ΙΚΑ) φθάνει τις 800.000 ευρώ. «Γίνεται προσπάθεια να μην έχουμε περίσσευμα», σημειώνει στην «Κ» η διοικήτρια του Σισμανογλείου, Ολγα Οικονόμου. «Εάν όμως υπάρχει, υποστηρίζονται οι ίδιοι οι εργαζόμενοι του νοσοκομείου, όταν υπάρχει εμφανές οικονομικό πρόβλημα. Φαινόμενο που δυστυχώς τείνει να γίνει κανόνας», επισημαίνει και προσθέτει ότι υπάρχουν σκέψεις για συνεργασία με την Εκκλησία ή τους δήμους για τη διάθεση μερίδων σε συσσίτια. Στο Λαϊκό, ο προϋπολογισμός για την αγορά τροφίμων το 2011 ήταν περίπου 1.000.000 ευρώ. Ο μέσος όρος των ημερήσιων μερίδων που παρασκευάζονται στο νοσοκομείο είναι 500. Μεταξύ αυτών, κάποιες δεν καταναλώνονται και σε ορισμένες περιπτώσεις διατίθενται στο προσωπικό. Εάν ωστόσο έχουν μοιραστεί στους ασθενείς και οι ίδιοι δεν γευμάτισαν, τότε -για λόγους ασφαλείας- καταστρέφονται. Αν και, όπως σημειώνει στην «Κ» η Λιάνα Πούλια, κλινική διαιτολόγος στο νοσοκομείο, «υπάρχει η αίσθηση ότι τους τελευταίους μήνες το φαγητό που διανέμουμε στους ασθενείς καταναλώνεται σε μεγαλύτερο βαθμό από ό,τι παλαιότερα». Το να περισσεύουν μερίδες έχει να κάνει κυρίως με την οργάνωση της σίτισης. Στα περισσότερα νοσοκομεία το φαγητό παρασκευάζεται στα μαγειρεία και διανέμεται «στο περίπου της ποσότητας» στα περιφερειακά μαγειρεία κάθε κλινικής όπου μεριδοποιείται για τους ασθενείς. Με τον τρόπο αυτό εμπλέκονται περισσότερα χέρια -με ό,τι αυτό σημαίνει για την υγιεινή των τροφίμων- και δεν ελέγχεται η ποσότητα στις μερίδες, καθώς αυτό επαφίεται στη διακριτική ευχέρεια των τραπεζοκόμων. Ετσι, συχνά από κλινική σε κλινική του ίδιου νοσοκομείου υπάρχουν διαφοροποιήσεις στην ποσότητα ή π.χ. στη θερμοκρασία του φαγητού που σερβίρεται. Για την καλύτερη διαχείριση της διαδικασίας και τη βελτίωση της ποιότητας της διατροφής, η διοίκηση της 1ης και της 3ης Υγειονομικής Περιφέρειας Υγείας (Αττικής και Κεντρικής Μακεδονίας) προκρίνει τη λύση της κεντρικής διανομής μερίδων εντός των νοσοκομείων. Οπως ανέφεραν στην «Κ» ο διοικητής των δύο ΥΠΕ, Αρης Μουσιώνης, και ο υποδιοικητής της 1ης ΥΠΕ, Αριστομένης Συγγελάκης, αυτό σημαίνει διανομή απευθείας από το κεντρικό μαγειρείο των μερίδων, όπου σε κάθε δίσκο θα αναφέρεται το όνομα του ασθενούς για τον οποίο προορίζεται. Ηδη εφαρμόζεται σε ορισμένα νοσοκομεία, όπως ΚΑΤ, Ερυθρός Σταυρός, Αττικόν, Νοσοκομεία Παίδων, και αναμένεται να επεκταθεί και στα υπόλοιπα της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης. Μάλιστα, στο ΚΑΤ η εφαρμογή του συστήματος επέφερε εξοικονόμηση της τάξης των 400.000 ευρώ ετησίως. Πηγή άρθρου: www.kathimerini.gr